Θεαγένης

Θεαγένης
I
Όνομα ιστορικών προσώπων.
1. Τύραννος των Μεγάρων (7ος αι. π.Χ.). Ήταν προστάτης των χωρικών εναντίον των αριστοκρατικών της πόλης, τους οποίους κατόρθωσε να εξουδετερώσει. Περιβαλλόταν από ένοπλη φρουρά και βοήθησε τους φτωχούς με μεγάλα δημόσια έργα. Υπήρξε σύγχρονος του Αθηναίου Κύλωνα, τον οποίο βοήθησε στην ανεπιτυχή απόπειρά του να γίνει τύραννος της Αθήνας.
2. Θάσιος αθλητής (5ος αι. π.Χ.). Ήταν ολυμπιονίκης (480 π.Χ.) και πολυνίκης στα Πύθια, στα Νέμεα και στα Ίσθμια. Τιμήθηκε συνολικά με 1.400 στεφάνους.
3. Σχολιαστής του Ομήρου από το Ρήγιο της Ιταλίας (5ος αι. π.Χ.). Είναι ο πρώτος που έδωσε φυσιολατρική ερμηνεία στους ελληνικούς μύθους.
II
Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας
1. Θ. ο ιερομάρτυς. Διετέλεσε επίσκοπος Παρίου στον Ελλήσποντο. Πέθανε με μαρτυρικό τρόπο· αφού τον έγδαραν, τον πέταξαν στη θάλασσα. Η μνήμη του τιμάται στις 2 Ιανουαρίου.
2. Θ. ο μάρτυς. Πέθανε με μαρτυρικό τρόπο στη φωτιά. Η μνήμη του τιμάται στις 3 Οκτωβρίου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Θεαγένης — masc acc pl (attic epic doric) Θεαγένης masc nom/voc pl (doric aeolic) Θεαγένης masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θεαγένει — Θεαγένης masc nom/voc/acc dual (attic epic) Θεαγένεϊ , Θεαγένης masc dat sg (epic ionic) Θεαγένης masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θεαγένη — Θεαγένης masc nom/voc/acc dual (doric aeolic) Θεαγένης masc acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Феаген — (Θεαγένης, Theagenes): 1) сын Гераклова жреца на о ве Фасосе, Тимосфена. По сказанию, Геракл в образе Тимосфена явился к его жене, которая от него зачала и произвела на свет Ф. Обладая замечательной силой, он прославился как атлет и победитель на …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Θεαγένεις — Θεαγένης masc nom/voc pl (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θεαγένην — Θεαγένης masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θεαγένους — Θεαγένης masc gen sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θεάγενες — Θεαγένης masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γένος — Όρος που χρησιμοποιείται στη ζωολογία και στη βοτανική για να προσδιορίσει τη συστηματική ταξινόμηση, ενώ στη γλωσσολογία αναφέρεται στη μορφολογική κατηγοριοποίηση των ονομάτων (ουσιαστικών, επιθέτων, αντωνυμιών, άρθρων, μετοχών) σε αρσενικά,… …   Dictionary of Greek

  • Theagenes of Rhegium — [Rhegium is present day Reggio Calabria, in southern Italy.] (Θεαγένης ὁ Ῥηγῖνος) was a Greek literary critic of the sixth century BC. He is noted for having defended the mythology of Homer, from more rationalist attacks. In so doing he became an …   Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”